Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

αποκολλώ, εκτέμνω, ξεκολλάω, καταλύω

         
ablate

         

Ερμηνεία:

Απομακρύνω με εκτομή, καταστρέφω τη λει­τουργία, αφαιρώ αποσπώ, αποκολλώ.



Ετυμολογία:

[ablatus (L), φερόμενος, απομακρυνθείς, αφαιρεθείς]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:



Συνώνυμα:







© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Χειρουργική: